Η Πανδώρα και ο ιπτάμενος Ολλανδός – Pandora and the flying Dutchman (1951)
«Η Πανδώρα και ο ιπτάμενος Ολλανδός» είναι μία υπέροχη κλασική ταινία που καταφέρνει να σε κερδίσει αμέσως. Όλα σε αυτή την ταινία είναι τόσο καλοδουλεμένα και προσεγμένα, που δικαίως μπορούμε να πούμε ότι καταφέρνει να αγγίξει την τελειότητα.
Η ταινία βασίζεται σε έναν παλιό ολλανδικό μύθο και ταυτόχρονα συνδυάζει τον συγκεκριμένο μύθο με τη μυθοπλασία. Παράλληλα, μέσα σε όλα αυτά υπάρχουν έντονες πινελιές ρομαντισμού και φαντασίας, πράγματα που μπορούν να δώσουν στο έργο ένα πιο μαγευτικό αποτέλεσμα. Βλέπουμε δηλαδή ένα νοθευμένο (με την καλή έννοια) παραμύθι από μία πιο ιδιαίτερη οπτική γωνία, να ζωντανεύει και να γίνεται ένα παρανάλωμα… γοητείας. Αυτή την γοητεία έρχεται να την συμπληρώσει η ποίηση, αλλά και ορισμένες φιλοσοφικές ανησυχίες που διαταράσσουν την ηρεμία των πρωταγωνιστών.
Και για να μην νομίζετε πως όλη η ταινία αναλώνεται σε τέτοιου είδους ποιοτικά τερτίπια, σας αναφέρω πως υπάρχει και μία δόση περιπέτειας. Συγκεκριμένα, υπάρχουν δύο σκηνές ταυρομαχιών (μιας και το στόρι εκτυλίσσεται στην Ισπανία) και μία σκηνή με αγώνες ταχύτητας με αυτοκίνητα. Εντυπωσιακές σκηνές από όποια πλευρά κι αν τις παρακολουθήσετε! Παρόλο που δεν μου αρέσουν οι ταυρομαχίες και δεν συμφωνώ ούτε με το πνεύμα αυτών των εκδηλώσεων, μπορώ να πω ότι παρακολούθησα αυτές τις δύο σκηνές από την καλλιτεχνική τους πλευρά και δεν απογοητεύτηκα. Αν τις δείτε κι εσείς, θα καταλάβετε τι εννοώ! Πάμε τώρα στη σκηνή με τους αγώνες ταχύτητας. Μια πραγματικά αγωνιώδης σκηνή! Εδώ βλέπουμε ένα πολυτελές αγωνιστικό αυτοκίνητο, αρκετά μοντέρνο για εκείνη την εποχή, όπου ο οδηγός του ετοιμάζεται να σπάσει το ρεκόρ των 400 χιλιομέτρων ανά ώρα. Όμως την ώρα που το όχημα τρέχει με ιλιγγιώδεις ρυθμούς, προκαλείται μία βλάβη στη μηχανή και τυλίγεται στις φλόγες. Κι εμείς βλέπουμε εκείνη τη στιγμή το όχημα να τρέχει πάνω στον χωματόδρομο, τυλιγμένο στις φλόγες και τον οδηγό να συνεχίζει να οδηγεί ατάραχος, χωρίς να δίνει την παραμικρή σημασία, αποφασισμένος να σπάσει το πολυπόθητο ρεκόρ, έστω και με χαλασμένο αυτοκίνητο.
Αν πάλι δεν είστε λάτρης της περιπέτειας, η ταινία διαθέτει και λίγη φαντασία, τουλάχιστον ως προς τη πλοκή της. Ένα από τα παράξενα γεγονότα που συμβαίνουν είναι η παρουσία του ιπτάμενου Ολλανδού, ο οποίος μπορεί να έζησε τον 170 αιώνα, όμως εμφανίζεται με την ίδια μορφή στα μέσα του 20ού αιώνα. Το πρόσωπό του και το σώμα του παραμένουν αναλλοίωτα εδώ και τρεις αιώνες!! Ένα άλλο παράξενο γεγονός είναι όταν το καράβι του πιάνει άγκυρα στα παράλια της Ισπανίας και ζωγραφίζει το πορτραίτο της Πανδώρας, χωρίς να την έχει δει ποτέ του και εντελώς ξαφνικά η ίδια η Πανδώρα έρχεται μέσα στο καράβι του, λες και μια αόρατη δύναμη την έφερε εκεί. Αυτά και πολλά ακόμη φανταστικά γεγονότα, είναι που δίνουν αξία και ενδιαφέρον σε αυτό το αριστούργημα!
Καλά όλα αυτά που λέμε, όμως εκείνη που κλέβει πραγματικά τις εντυπώσεις της ταινίας είναι η πρωταγωνίστρια: η Ava Gardner! Κομψή και εντυπωσιακή, καταφέρνει με το διαχρονικό της στυλ να μας κάνει να μην μπορούμε να ξεκολλήσουμε τα μάτια μας από την οθόνη. Κυρίως δε όταν η κάμερα κάνει κοντινά πλάνα επάνω της, τότε χωρίς υπερβολές, το φιλμ ποτίζεται από τη γοητεία της και οι εικόνες αυτές αποτυπώνονται στη μνήμη μας. Ακόμα και στην αρχή του έργου, που ήταν μια αντιπαθητική γυναίκα, που έπαιζε με τα συναισθήματα των ανδρών μόνο και μόνο για να κάνει το κέφι της, δεν μπορούσες να μην μείνεις άναυδος από την αύρα της. Η μοναδική ίσως φορά που εγώ προσωπικά εκνευρίστηκα μαζί της ήταν στα πρώτα 30 λεπτά της ταινίας όπου ζητάει κάτι τελείως παράλογο από τον αγαπημένο της: Του ζητάει να ρίξει το αυτοκίνητό του από το γκρεμό, ως απόδειξη της αγάπης του!!! Κι όταν αυτός το κάνει, εκείνη παίρνει ένα ύφος ικανοποίησης! Με αυτή την εξοργιστική γα μένα σκηνή, ίσως θέλησαν να μας δείξουν ότι η Πανδώρα είναι μια κακομαθημένη και ερωτιάρα γυναίκα που παίζει με τα συναισθήματα των ανδρών. Και αυτή τη σκηνή προσπάθησα να τη δω και πάλι από την καλλιτεχνική του πλευρά, όπως και τις σκηνές των ταυρομαχιών. Βέβαια, όλη αυτή η αλλοπρόσαλλη συμπεριφορά της Πανδώρας σταματάει από τη στιγμή που γνωρίζει τον περιβόητο Ολλανδό και εκεί βλέπουμε μια Πανδώρα, τελείως διαφορετική. Πραγματικά, η Ava Gardner ήταν η κατάλληλη επιλογή για το ρόλο μιας τόσο μοιραίας γυναίκας όπως η Πανδώρα. Η ερμηνεία της ήτανε οπωσδήποτε για Όσκαρ, άσχετα αν δεν προτάθηκε καν.
Ας δούμε τώρα την προσωπικότητα του Ολλανδού, όπου το ρόλο του ερμηνεύει επάξια ο James Mason. Σοβαρός, μετριόφρον με παγερό βλέμμα και προσωπικότητα αινιγματική. Μονάχος μέσα σε ένα καράβι εδώ και τρεις συνεχόμενους αιώνες (!) ψάχνει να βρει την ιδανική γυναίκα που θα τον λυτρώσει. Ζώντας μέσα στην ανία 300 χρόνων (!) μέσα στο πλοίο του, είναι ολοφάνερο πως τίποτα πια δεν τον αγγίζει. Κουρασμένος και απογοητευμένος κι έχοντας χάσει το ενδιαφέρον, γνωρίζει την Πανδώρα, νιώθει μια έλξη για εκείνη, αλλά και πάλι δεν περιμένει πολλά από εκείνη. Αντίθετα, εκείνη μαγεύεται από την προσωπικότητά του και αποφασίζει να αυτοθυσιαστεί!
Η αφήγηση της ιστορίας χρησιμοποιεί τη μέθοδο του flashback κι έτσι μεταφερόμαστε μια στο παρόν και μια στο παρελθόν χωρίς να μπερδευόμαστε. Ίσα ίσα που αυτή η τεχνική μας βοηθάει να γνωρίσουμε καλύτερα τους ήρωες της ταινίας, αλλά ταυτόχρονα μας βοηθάει να εμβαθύνουμε περισσότερο στην πλοκή. Αξίζει μάλιστα να αναφέρουμε ότι η ταινία ξεκινάει από το τέλος. Δηλαδή, με το που τελειώνουν οι τίτλοι αρχής, βλέπουμε την Πανδώρα και τον Ολλανδό νεκρούς, πιασμένους χέρι χέρι να μπλέκονται στα δίχτυα ενός ψαρά. Αμέσως μετά ξεκινάει η αφήγηση, για το πως αυτοί οι δύο άνθρωποι κατέληξαν νεκροί στα παράλια της Ισπανίας. Αυτή τεχνική της ανάποδης αφήγησης, δεν ήταν κάτι τόσο συνηθισμένο στον κινηματογράφο εκείνης της χρονικής περιόδου. Είναι κάτι αρκετά προοδευτικό θα έλεγα, για την εποχή εκείνη.
Όπως καταλάβατε, πρόκειται για ένα ώριμο και διαχρονικό έργο, που αγγίζει την τελειότητα. Η παρακολούθηση αυτής της ταινίας προσφέρει στον θεατή μια μοναδική εμπειρία, που θα τον ταξιδέψει στον κόσμο του γνήσιου ρομαντισμού και της φαντασίας. Εγώ προσωπικά την παρακολούθησα δύο φορές για να την κατανοήσω πλήρως. Δεν πρέπει να τη χάσετε!
Βαθμολογία: 5/5
Χρήστος Καλκάνης